Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2009

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΕΣ ANAΜΝΗΣΕΙΣ


«Τα Χριστούγεννα είναι μια μαγική κουβέρτα η οποία τυλίγεται γύρω μας, τόσο απροσδιόριστη σαν άρωμα. Μπορεί να αναδύει μια αίσθηση νοσταλγίας. Τα Χριστούγεννα μπορεί να είναι μια γιορτή φιλοξενίας και προσευχής αλλά πάντα θα είναι μια γιορτή θύμησης, μια μέρα που όλοι σκεφτόμαστε αυτούς που αγαπήσαμε».

Augusta E. Rundell


Παραμονή Χριστουγέννων ο καιρός μουντός, , κρύο που περονιάζει τα κόκαλα ,το Κουδούνι απέναντι έχει αρχίσει σιγά σιγά να φοράει την κάτασπρη φορεσιά του.Σήμερα σηκωθήκαμε πρωί πρωί , είχαμε βλέπεις συνεννοηθεί αποσπέρας όλη η παρέα να πάμε να πούμε τα κάλαντα. Το σχέδιο είχε βγει, πρώτος μας σταθμός η Παλιανή και μετά το χωριό. Στην Παλιανή όποιοι πήγαιναν πρώτοι πετύχαιναν τις καλόγριες μετά την πρωινή λειτουργιά και έβγαζαν καλό χαρτζιλίκι, μετά ο κορβανάς λιγόστευε και περιορίζονταν στα καρύδια, τ’ αμύγδαλα άντε και κανένα μελομακάρουνο, σκέτη απογοήτευση δηλαδή.
Αφού ήπιαμε το τσάι με το ζυμωτό παξιμάδι και τις φρέσκες σταφιδολιές, σαρακοστή βλέπεις και έπρεπε την άλλη μέρα ανήμερα των Χριστουγέννων να κοινωνήσουμε, εφοδιαστήκαμε με το μπετόνι για το λάδι, το αυτοσχέδιο τρίγωνο καμωμένο από λεπτό σίδερο η χοντρό τέλι, απ΄αυτό που χρησιμοποιούσαν για τις άγκυρες στους οψιγιάδες, και το φιαμπιόλι, τη φλογέρα από καλάμι, φορέσαμε τα σακάκια μας και κατηφορίσαμε το δρόμο για το μοναστήρι.

Στο Χαλκιδιό έξω από την φάμπρικα του Σακαλή κοντοσταθήκαμε, από τις στριγκλιές των χοίρων που έσφαζαν. Η παιδική περιέργεια μας ώθησε και μπήκαμε μέσα. Το θέαμα ήταν αποτρόπαιο και παράλληλα εντυπωσιακό. Δυο τρεις χοίροι σφαγμένοι σε μια λίμνη αίματος, ενώ μερικά παιδιά τσαλαβουτούσαν ξυπόλυτα μέσα στο ζεστό αίμα, για να γιάνουν λέει τα πόδια τους από τις μαργοτίδες (χιονίστρες). Πιο πέρα σε καζάνια ζέσταιναν νερό και ζεμάτιζαν τους χοίρους αφού πρώτα τους κάλυπταν με λινάτσες και τσουβάλια για να βγάλουν τις χοντρές γουρουνότριχες...
Εκείνη την εποχή κάθε σπίτι στο χωριό ανέθρεφε το δικό του χοίρο και η σφαγή τους την παραμονή των Χριστουγέννων ήταν ιεροτελεστία.Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο από το χοίρο των Χριστουγέννων (1), για κάθε κομμάτι του ζώου υπήρχε κάποια χρήση. Ο χοίρος μετά το σφάξιμο κρεμιόταν ανάποδα από ένα ξύλο αγριελιάς , το χοιρόξυλο για να σουρώσει από τα υγρά του στο στόμα του χώνουν κι ένα νεράτζι, την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, έκοβαν το κρέας του και έφτιαχναν: λουκάνικα , απάκι , τσιλαδιά (πηχτή) , σύγλινα, ομαθιές και τσιγαρίδες.
Ο οικοδεσπότης ποτέ δεν έσφαζε το δικό του ζώο, πάντα σε παρέες ,ο ένας έσφαζε το ζώο του άλλου, ενώ δεν έλειπαν τα χωρατά και τα πειράγματα.
Η νοικοκυρά τηγάνιζε το σκώτι του σφαγμένου χοίρου και το πρόσφέρε στους μακελάρηδες με κρασί για τον κόπο τους, ευχαριστημένοι το τρώνε πίνουν και το κρασί βιαστικά στα όρθια, εύχονται στους νοικοκυραίους : «καλοφάωτο, χρόνια πολλά και του χρόνου» και φεύγουν, έχουν πολλά σπίτια να επισκεφτούν και πρέπει να τα προλάβουν όλα.
Από την επίσκεψη μας αυτή βγήκαμε κερδισμένοι, αφού ο μπάρμπας μου, μας έδωσε την φούσκα (ουροδόχο κύστη) ενός χοίρου για να την κάνουμε μπάλα προς το παρόν όμως τη φυλάξαμε σ'ένα σακούλι γιατί ήθελε προετοιμασία, καλό καθάρισμα με ζεστό νερό και επεξεργασία με στάχτη και μετά χτύπημα σε μια ίσια πέτρα ώσπου να στεγνώσει. Πριν τη φουσκώσουμε βάζαμε δυο-τρία σπυριά καλαμπόκι ή ρεβύθια μέσα για θόρυβο, μετά φούσκωμα με το στόμα και η μπάλα ήταν έτοιμη για παιγνίδι.
Αφήνοντας πίσω μας το θυσιαστήριο των χοίρων συνεχίσαμε το δρόμο μας , κάνοντας μια στάση μόνο στην πάνω βρύση, στον Αη Μάμα για να πιούμε νερό. Η επίσκεψη μας στο Μοναστήρι στέφθηκε με επιτυχία , καθώς ήμασταν σχεδόν από τους πρώτους που φτάσαμε εκεί. Οι καλόγριες μας υποδέχτηκαν, εμείς τους είπαμε τα κάλαντα και γυρίσαμε πίσω με αρκετά φραγκοδίφραγκα, το μπετόνι γεμάτο λάδι και αρκετά καλολοϊδια.
Το ίδιο σκηνικό συνεχίστηκε και στο χωριό γυρίζοντας το πόρτα πόρτα απ’άκρη σ’άκρη.

– Να τα πούμε φωνάζαμε…. – Καλώς τσοι, κοπιάστε μέσα και βέβαια να τα πείτε!, μας έλεγαν.
Και εμείς αρχίζαμε πάντα με τον ίδιο σκοπό

Καλήν εσπέρα άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη θεία γέννηση να πω στ’αρχοντικό σας
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η φύσις όλη….(2)

Κάθε νοικοκυρά μας φίλευε με ότι είχε λάδι, καρύδια, σταφίδες, ξερά σύκα και σπάνια χρήματα, κυρίως όμως με καλοσύνη και χαμόγελο.
Περιδιαβαίνοντας τα σοκάκια του χωριού η ατμόσφαιρα μύριζε καμμένο ξύλο από τα τζάκια και τις ξυλόσομπες, θυμάμαι τα σπίτια με τα κάτασπρα κατώφλια, τ'ασβεστωμένα από τις νοικοκυρές για να υποδεχτούν τις γιορτές και τον καινούριο χρόνο. Τα σπίτια ήταν απλά, φτωχικά αλλά και πεντακάθαρα στρωμένα με πολύχρωμες κουρελούδες και στολισμένα με πλεκτά τραπεζομάντηλα και σεμέδες.
 Έτσι σιγά σιγά πέρασε η μέρα. Πουλήσαμε και το λάδι, στου Σπύρου του μπακάλη και μοιράσαμε τα κέρδη.
Πριν βραδιάσει επιστρέψαμε στα σπίτια μας εξουθενωμένοι αλλά και ευχαριστημένοι από το γερό κομπόδεμα στο μυαλό μας κάναμε σχέδια που θα το ξοδέψουμε.
Τα καφενεία του χωριού είναι ασφυκτικά γεμάτα, λόγω του κρύου η ρακί κατεβαίνει εύκολα, οι συζητήσεις περί πολιτικής και για άλλα καυτά θέματα είναι πολύ έντονες.
Τα γεροντάκια γύρω από την αναμμένη σόμπα διηγούνται ιστορίες και ανδραγαθήματα περασμένων χρόνων.

Στο σπίτι η ατμόσφαιρα μοσχομυρίζει από τις χριστουγεννιάτικες λιχουδιές η μάνα μου ετοιμάζεται να σιροπιάσει τα μελομακάρουνα, ενώ τα χριστόψωμα (3) που είχαν ψήσει από νωρίς στο ξυλόφουρνο της θειάς μου είναι ακόμη ζεστά και η δουλειά δεν τελειώνει, πρέπει να πλύνει καλά τα εντόσθια του χοίρου, προπαντός τα έντερα για τα λουκάνικα χρησιμοποιώντας με δεξιοτεχνία τον «αδράκτη» για να τα γυρίσει ώσπου να είναι σίγουρη για την καθαριότητα.
Η απόπειρα μας να τσιμπολογήσουμε με τα’αδέρφια μου, πήγε άκαρπη καθώς κάθε σκέψη διακόπηκε κάτω από το αυστηρό βλέμμα της μάνας μου.
- Να κάνετε μπάνιο και να πάτε για ύπνο, σε λίγο ξημερώνει Χριστούγεννα και θα πάμε στην εκκλησία να μεταλάβετε, είπε.

Ετοιμαστήκαμε αλλά ύπνος δε μας κολλούσε , η προσμονή για τη γέννηση του Χριστού μας κρατούσε σε αγωνία. Μαζευτήκαμε γύρω από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο,(4) χαζεύοντας τα στολίδια και τα πολύχρωμα λαμπιόνια και κάθε λίγο κοιτάζαμε από το παράθυρο στον ξάστερο ουρανό μπας και δούμε τ’ άστρο της Βηθλεέμ. Ωστόσο γύρισε και ο παππούς μου από το καφενείο, σαν τις μέλισσες μαζευτήκαμε γύρω του, παρακαλώντας τον να μας πει ιστορίες για τα Χριστούγεννα κι’ αυτός μας έλεγε για την γέννηση του Χριστού, για τον Ηρώδη, για τα καρακατζόλια (5) και για τους καλικάντζαρους (6).
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα ακούγεται ο γλυκός γνώριμος ήχος της καμπάνας της Ευαγγελίστρας καλώντας μας στην Εκκλησία για το μεγαλείο της Θείας Γέννησης. Ο παπάς ψέλνει το «Χριστός γεννάτε σήμερον».
Οι Βενεραθιάνοι με κατάνυξη παρακολουθούν την Θεία λειτουργία, οι γριούλες κάνουν συνεχώς μετάνοιες και σταυροκοπιούνται. Βασανισμένες μορφές, τυραννισμένος κόσμος, λιπόσαρκα ρουφηγμένα πρόσωπα, ροζιασμένα ευλαβικά χέρια.
Τα παιδιά λίγο ακατάστατα στεκόμαστε όρθια μπροστά στο ιερό της εκκλησιάς, ψιλοτσακώνομαστε για το ποιος θα κρατάει τις λαμπάδες και κρυφογελούμε με το αστείο πρόσωπο και τις γκριμάτσες του καντηλανάφτη.
Μετά η Θεία Κοινωνία «λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου …πιείτε εξ αυτού πάντες τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον είς άφεσιν αμαρτιών".
Όταν σχολάσει η Εκκλησία όλοι ανταλλάσσουν ευχές: «Χρόνια πολλά και του χρόνου νάμαστε καλά » κ.λπ. Μετά πηγαίνουμε βιαστικά στα σπίτια μας το κρύο ανυπόφορο, μας περιμένει ζεστή σούπα αυγολέμονο, από κόκορα σπιτικό, η σαρακοστή τελείωσε, Δόξασει Ο Θεός.

Την ημέρα των Χριστουγέννων όλοι ξυπνούν αργά, η μάνα πριν αρχίσει να ετοιμάζει το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι θα βάλει σ΄ένα σακούλι, ένα καλό κομμάτι κρέας, τυρί, μελομακάρουνα, ένα χριστόψωμο και ένα μπουκάλι κρασί, θα τα δώσει στον μικρό γιο της και θα τον στείλει στο σπίτι της χαροκαμένης χήρας και τα ορφανά της με την αρμήνια: «αν σε ρωτήξει κιανένας που πας εσύ αχνιά δε θα βγάλεις, ήκουσες ;»
Το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι πλούσιο. Όλοι οι συγγενείς μαζί. Σε όλα τα σπίτια το ίδιο διαιτολόγιο: χοιρινό στο ξυλόφουρνο, τσιτσιριστό (χοιρινό μαγειρευτό),τυρί, μυζήθρα σαλάτα με άγρια χόρτα και καλό κόκκινο σπιτικό κρασί

Την επαύριο των Χριστουγέννων, γιορτάζουν και την ονομαστική τους όσοι φέρουν το όνομα Χρήστος, Χριστίνα και Μανόλης, τα σπίτια τους ανοιχτά δέχονται επισκέψεις όλες τις ώρες. Εμείς πήγαμε στο σπίτι της θειάς μου, γιόρταζε ο μπάρμπας μου ο Χρήστος. Η θειά μου ευγενικιά και χαμογελαστή ,μας υποδέχεται όλους με ιδιαίτερη ευχαρίστηση , τους μεν άντρες τους κερνά με φρεσκοψημένο χοιρινό κρέας και κρασί, τις δε γυναίκες με μελομακάρουνα, γλυκό του κουταλιού, σπιτικό λικέρ ή καφέ, έχει και τηγανίτες με πετιμέζι, για μας τους μικρούς, καθώς και καρύδια, ξερά σύκα και κιοφτέρια που τα κρατούσε κρεμασμένα στο ταβάνι στην αποθήκη του σπιτιού....
Την επόμενη μέρα πήγαμε με τον ξάδερφο μου στα σώχωρα και στο σχολειό για να μαζέψουμε κυπαρισσόφουντες για να καπνίσουμε τα λουκάνικα και τ' απάκια που η μάνα τα είχε κρεμασμένα στο μεγάλο τζάκι του παππού μου, που προοριζόταν αποκλειστικά γι' αυτή τη χρήση.

Οι μέρες που μας χωρίζουν από την πρωτοχρονιά είναι όλες γιορτάσιμες, στα σπίτια οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τους κουραμπιέδες για την πρωτοχρονιά και την τσιλαδιά με το κεφάλι και τα πόδια του χοίρου, στα καφενεία όλοι γελαστοί και χαρούμενοι αλληλοκερνούνται, οι ίδιες έντονες συζητήσεις, πάντα οι ίδιοι να παίζουν χαρτιά και ζάρια και θα συνεχίσουν έτσι μέχρι να το "βαφτίσουν" τα Φώτα. Τα καφενεία της πλατείας πάντα έχουν την μεγαλύτερη κίνηση, στα μπακάλικα του Κατσεκογιάννη, του Σπύρου,της Όλγας και της Καραμανώλενας στο πάνω χωριό αλλά και του Βασίλη, του Καραβέλα και του Τσικαλάκη στο Χάνι πουλάνε απ΄ όλα, συνέχεια μπαινοβγαίνει κόσμος για ν΄ αγοράσει κάτι. Στο καφενείο του Πατσιμάρη η κυρά Φωφώ πάντα έχει έτοιμο σπιτικό φαγητό για τους περαστικούς από το χωριό.


Παραμονή πρωτοχρονιάς τα παιδιά θα πάμε πάλι από σπίτι σε σπίτι για να πούμε και πάλι τα κάλαντα.

Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά

ψηλή μου δεντρολιβανιά
κι' αρχή καλός μας χρόνος ...(7)

Το βράδυ οι οικογένειες, μαζί με συγγενείς και φίλους μαζεμένοι σ' ένα σπίτι περιμένουν την αλλαγή του χρόνου, τραγουδώντας, χορεύοντας και παίζοντας τριανταένα για το «καλό του χρόνου».
Πλησιάζοντας μεσάνυκτα όλων τα μάτια είναι καρφωμένα πάνω στο ρολόι του σπιτιού μετρώντας τα τελευταία δευτερόλεπτα του χρόνου που φεύγει. Δώδεκα η ώρα ακριβώς από όλες τις γειτονιές του χωριού ακούγονται απανωτοί πυροβολισμοί, έθιμο για το καλωσόρισμα του καινούργιου χρόνου. Ακολουθούν οι σχετικές ευχές μετά την αλλαγή του χρόνου, κόβεται και η βασιλόπιτα. Ο αρχηγός της οικογένειας αρχίζει με επισημότητα το κόψιμο της πίτας. Πρώτο κομμάτι του Χριστού, μετά του σπιτιού, κι ύστερα των παρευρισκόμενων. Σ' όποιου το κομμάτι βρεθεί το νόμισμα, εκείνος θα είναι και ο τυχερός της χρονιάς μετά σιγά-σιγά πάει ο καθένας στο σπίτι του για ύπνο. Πολύ άντρες πάνε στα καφενεία που θα το στρώσουν στα χαρτιά και στο ζάρι μέχρι που θα ξημερώσει για καλά.
Το πρωί της πρωτοχρονιάς όλη η οικογένεια πήγαμε στην εκκλησία. Μαζί μας πήραμε και μια εικόνα του σπιτιού, για να λειτουργηθεί και να κάνει το ποδαρικό (8) στο σπίτι.
Είναι η καλύτερη μέρα του χρόνου για μας τα παιδιά, καθώς οι παπούδες μας οι θείοι μας, οι σαντόλοι και άλλοι συγγενείς θα μας κάνουν την καλή χέρα (9), αφού πρώτα τους κάνουμε το ποδαρικό, αλλά και χωρίς αυτό, δίνοντας μας δηλαδή κάποιο χρηματικό ποσό για την "καλή χρονιά"(10)
Οι μέρες θα κυλήσουν έτσι εορταστικές, μέχρι τα Φώτα όπου με τον Μεγάλο Αγιασμό (11. 12) θα ευλογηθούν τα νερά, εμείς θα λάβωμε φώτιση και οι καλικάντζαροι θα επιστρέψουν στα έγκατα της γης μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα.
Βιώματα και ιστορίες που ποτέ δεν θα ξαναζήσουμε γιατί ίσως ήμασταν από τις τελευταίες γενιές που έζησαν στο χωριό με τις παραπάνω εμπειρίες και τα πατροπαράδοτα έθιμα των ημερών. Οι αναμνήσεις μας είναι βάλσαμο και κάθε χρόνο τέτοιες μέρες νοερά γινόμαστε παιδιά στις γειτονιές του Βενεράτου ζώντας τα καλύτερα Χριστούγεννα.

"ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΜΕ ΥΓΕΙΑ !!!"

ΕΘΙΜΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ
1.Ο χοίρος των Χριστουγέννων
Ο λαογράφος Κώστας Καραπατάκης στο βιβλίο του «Το δωδεκαήμερο, παλιά χριστουγεννιάτικα ήθη και έθιμα» αναφέρει πως οι Ρωμαίοι θυσίαζαν χοίρους στους θεούς Δήμητρα και Κρόνο για να τους ευνοήσουν στην καλλιέργεια της γης. Αυτό συνέβαινε στο διάστημα από 17-25 Δεκεμβρίου, δηλαδή την περίοδο κατά την οποία γινόταν η σφαγή των ζώων και πριν από λίγα χρόνια
Το έθιμο της Γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ. Έχει διαδοθεί αρκετά και στην Ελλάδα και έχει αντικαταστήσει το χοιρινό κρέας σε μεγάλο βαθμό, αλλά όχι τελείως


Στην Κρήτη παλιότερα ήταν έθιμο να μεγαλώνει κάθε οικογένεια στο χωριό ένα γουρούνι, το «χοίρο», όπως το έλεγαν. Ο χοίρος σφάζονταν την παραμονή των Χριστουγέννων κι ήταν το κύριο Χριστουγεννιάτικο έδεσμα.
Την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, οι χωρικοί έκοβαν το κρέας του χοίρου και έφτιαχναν:
λουκάνικα: γέμιζαν το λεπτό έντερο του χοίρου από ψιλοκομμένο με μαχαίρι χοιρινό κιμά με μυρωδικά και ξύδι, στη συνέχεια τα κάπνιζαν στο τζάκι.
απάκια: καπνιστό κρέας
τσιλαδιά (πηχτή ): αφαιρείται κάθε ίχνος κρέατος από το κεφάλι του γουρουνιού και όλα μαζί βράζονται. Ο ζωμός με ειδική προετοιμασία μετατρέπεται σε πηχτό ζελέ που μέσα του βρίσκονται τα κομμάτια του κρέατος.
σύγλινα, δηλαδή το κρέας του γουρουνιού κομμένο σε μικρά κομμάτια, που το έψηναν και το έβαζαν σε μεγάλα δοχεία και το κάλυπταν με το λιωμένο λίπος του ζώου. Το λίπος έπηζε μόλις έχανε τη θερμότητα του και το κρέας μπορούσε να διατηρηθεί έτσι για αρκετούς μήνες.
ομαθιές, τα έντερα του χοίρου γεμισμένα με ρύζι, σταφίδες και κομματάκια συκώτι.
τσιγαρίδες, κομμάτια μαγειρεμένου λίπους με μπαχαρικά που το έτρωγαν με ζυμωτό ψωμί για κολατσιό στην εξοχή, όταν μάζευαν τις ελιές.
γλήνα, το λίπος του χοίρου το οποίο αφού το έλιωναν το έβαζαν σε πήλινα κιούπια και το χρησιμοποιούσαν στη μαγειρική.
Ο χοίρος των Χριστουγέννων ήταν η βασική πηγή κρέατος για αρκετές εβδομάδες. Φυσικά αναφερόμαστε σε μια δίαιτα εξαιρετικά φτωχή σε κρέας, την περίφημη διατροφή της Κρήτης (Μεσογειακή Διατροφή), που χάριζε στους Κρητικούς των παλιότερων δεκαετιών υγεία και μακροζωία.
Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο από το χοίρο των Χριστουγέννων, για κάθε κομμάτι του ζώου υπήρχε κάποια χρήση. Ακόμα κι αυτή η ουροδόχος κύστη, η «φούσκα» όπως λέγεται, πλυνόταν και καθαριζόταν και μετά φουσκωνόταν και γινόταν μπάλα, πολύτιμο δώρο για τα παιδιά της εποχής εκείνης

2.Τα κάλαντα
Η λέξη κάλαντα προέρχεται από τη λατινική «calenda», που σημαίνει αρχή του μήνα, τραγουδιόνταν στην αρχή του μήνα, ενώ διαμορφώθηκε από το ελληνικό ρήμα καλώ.

Η ιστορία τους συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Έχουν βρεθεί αρχαία γραπτά κομμάτια παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα (Ειρεσιώνη στην αρχαιότητα).
Τα παιδιά της εποχής εκείνης κρατούσαν ομοίωμα καραβιού που παρίστανε τον ερχομό του θεού Διόνυσου. Αλλοτε κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης στολισμένο με καρπούς και άσπρο μαλλί (η λεγόμενη ειρεσιώνη, από το έριο = μαλλί), γύριζαν και τραγουδούσαν και τους έδιναν δώρα. Στις κλωστές έδεναν τις προσφορές των νοικοκύρηδων.
Στο Βυζάντιο κρατούσαν ραβδιά, ή φανάρια, ή ομοιώματα πλοιαρίων ή και κτιρίων, στολισμένα και τραγουδώντας, συνόδευαν το τραγούδι με κρούση τριγώνου ή τυμπάνου.

Πρόκειται για τραγούδια με ευχές για τον νοικοκύρη και τα άλλα μέλη της οικογένειας. Τα κάλαντα είναι μια πράξη τελετουργική, η οποία σύμφωνα με τη λαϊκή αντίληψη έχει ως αποτέλεσμα την ευημερία. Στα παλιά χρόνια τα παιδιά τραγουδούσαν τα κάλαντα το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, κρατώντας φαναράκια αναμμένα, άλλα φλογέρα ή φυσαρμόνικα και άλλα πάλι μαζί τραγουδούσαν, σαν σε χορωδία, τα κάλαντα
Κύριος σκοπός των τραγουδιών αυτών είναι μετά τις αποδιδόμενες ευχές τα "Χρόνια Πολλά" το φιλοδώρημα είτε σε χρήματα (σήμερα) είτε σε προϊόντα (παλαιότερα).


Τα κάλαντα ξεκινούν κυρίως με χαιρετισμό στη συνέχεια αναγγέλλουν τη μεγάλη χριστιανική εορτή που φθάνει και καταλήγουν σε ευχές. Ο μεγάλος αριθμός των διαφόρων παραλλαγών εξανάγκασε να διακρίνονται αυτά σε εθνικά και στα τοπικά ή παραδοσιακά (κατά περιοχή). Στα χριστουγεννιάτικα κάλαντα έχουν καταμετρηθεί περισσότερες από τριάντα παραλλαγές μόνο στον Ελλαδικό χώρο.
Τέτοιες είναι και οι σχετικές "μαντινάδες" της Κρήτης ή "κοτσάκια" της Νάξου με σκωπτικό χαρακτήρα που ψάλλονται ως "κάλαντα".
Πολλές φορές όταν δεν υπήρχε φιλοδώρημα ή ήταν ευτελές τότε τα παιδιά συνέχιζαν έξω από την οικία κάλαντα σκωπτικά επαναλαμβανόμενα:
«Αφέντη μου στη κάπα σου χίλιες χιλιάδες ψείρες,
άλλες γεννούν, άλλες κλωσούν κι άλλες αυγά μαζώνουν!»


ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ (ΚΡΗΤΗΣ)
Καλήν εσπέραν άρχοντες αν είναι ορισμός σας.
Χριστού τη Θεία Γέννηση να πω στ'αρχοντικό σας.
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλει
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρετ' η φύσις όλη.
Κερά καμαροτράχηλη και φεγγαρο μαγούλα
όπου τον έχεις τον υγιό το μόσχο κανακάρη,
λούζεις τον και χτενίζεις τον και στο σχολειό τον πέμπει:
κι ο δάσκαλος τον έδειρε μ' ένα χρυσό βεργάλι.
και η κυρά δασκάλισσα με το μαργαριτάρι
είπαμε δα για την κερά ας πούμε για τη βάγια.
Άψε βαγίτσα το κερί, άψε και το λυχνάρι
και κάτσε και ντουχιούντιζε ίντα θα μας εβγάλεις
για απάκι για λουκάνικο για χοιρινό κομμάτι
κι από τον πύρο του βουτσιού να πιούμε μια γεμάτη.
Κι από τη μαύρη όρνιθα κανένα αυγουλάκι
κι αν το' κάνε η γαλανή ας είναι ζευγαράκι.
Κι από το πιθαράκι σου ένα κουρούπι λάδι
κι αν είναι κι ακροπλιάτερο βαστούμε και τ' ασκάκι.
Φέρε πανιέρι κάστανα, πανιέρι λεπτοκάρυα
και φέρε και γλυκό κρασί να πιουν τα παλικάρια.
Κι αν είναι με το θέλημα άσπρη μου περιστέρα
ανοίξετε την πόρτα σας να πούμε «καλησπέρα».

3.Τα Χριστόψωμα

Έθιμο των Χριστουγέννων είναι να φτιάχνουν οι νοικοκυρές τα Χριστόψωμα. Παραδοσιακό κρητικό γλυκό ψωμί που το στολίζουν με ξόμπλια. Αυτά τα στολίδια συμβολίζουν αλέτρια, ζώα πουλιά, γεννήματα της γης (γεωργική χώρα) ή πιο απλά μ΄ ένα σταυρό που συμβολίζει το μαρτύριο που έρχεται. Στα παιδιά που έλεγαν τα κάλαντα έδιναν καρπούς και αυγά. Στις μέρες μας δίνουν χρήματα και χριστουγεννιάτικα γλυκά. Ετοιμάζουν τηγανίτες με το μέλι για να κερνάν τους επισκέπτες. Την παραμονή των Χριστουγέννων οι άνθρωποι άναβαν το καντήλι, έκαναν την προσευχή τους και 40 μετάνοιες και ζητούσαν τις χάρες που ήθελε ο κάθε ένας από το Χριστό που θα γεννιόταν σε λίγες ώρες.
Στην παλιά Κρήτη πρόσεχαν ιδιαίτερα τα ζώα τους (Γεωργική και κτηνοτροφική χώρα) τα οποία είχαν μερίδα και στο Χριστόψωμο. Έτριβαν ένα χριστόψωμο, το ανακάτευαν με τα πίτουρα και το έδιναν στα ζώα να το φάνε, για να βλογηθούν κι αυτά. Έπαιρναν κι ένα ρίφι ή πρόβατο στο σπίτι τους γιατί θεωρούσαν πως είναι ευλογημένα μια και ήταν τα ζώα που ζέσταιναν με την ανάσα τους τη φάτνη. Υπάρχουν πολλές δοξασίες, που άλλες επικρατούν μέχρι σήμερα κι άλλες έχουν χαθεί.
Οι Kρητικοί πίστευαν πως ακριβώς τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων άνθιζε ο βασιλικός κι ας ήταν κατάξερος και γέμιζε ο τόπος από ευωδιά Άλλοι πίστευαν πως το ξημέρωμα των Χριστουγέννων ημέρευε η θάλασσα γιατί εκείνη την ώρα μετάνιωνε ο βοσκός που δεν έδωσε το πρόβατό του για τη φάτνη και τον οποίο καταράστηκε ο Ιωσήφ. Άλλοι πάλι πίστευαν πως άνοιγαν οι ουρανοί και πως αν έμενες ξύπνιος, θα έβλεπες διάφορα θαυμαστά πράγματα. Επίσης αν έκανες μια ευχή εκείνη την ώρα θα έπιανε. Πολλά πίστευαν, φτάνει να είχες αγαθή και αγνή ψυχή για να τα ζήσεις.

4.Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο
Το δέντρο, σαν χριστουγεννιάτικο σύμβολο, χρησιμοποιήθηκε μετά τον 8ο αιώνα. Εκείνος που καθιέρωσε το έλατο σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο ήταν, σύμφωνα με την παράδοση, ο Άγιος Βονιφάτιος, που για να σβήσει την ιερότητα που απέδιδαν οι ειδωλολάτρες στη δρυ, έβαλε στη θέση του το έλατο, σαν σύμβολο χριστιανικό και ειδικότερα σαν σύμβολο των Χριστουγέννων.

Φυσικά, στο πέρασμα των αιώνων, το νόημα του χριστουγεννιάτικου δέντρου πήρε αναρίθμητες μορφές. Κι αρχικά, για να συμβολίσει την ευτυχία που κρύβει για τον άνθρωπο η γέννηση του Χριστού, άρχισε να γεμίζει το δέντρο-σύμβολο με διάφορα χρήσιμα είδη- κυρίως φαγώσιμα κι αργότερα ρούχα κι άλλα είδη καθημερινής χρήσης, συμβολίζοντας έτσι πρακτικά την προσφορά των Θείων Δώρων, για να εξελιχτεί προοδευτικά σ' ένα απαραίτητο διακοσμητικό είδος της μέρας αυτής, που αργότερα πήρε και τη θέση της "Δωροθήκης"- του χώρου δηλαδή που σ' αυτόν τοποθετούσαν οι συγγενείς και φίλοι τα δώρα τους ο ένας για τον άλλο.
Ο Τσαρλς Ντίκενς για την Αγγλία , ο συγγραφέας εκείνης της εποχής, φρόντισε να ξαναπάρουν τα Χριστούγεννα την παλιά χαρούμενη γιορταστική μορφή τους, όσο κανένας άλλος. Κι αν σήμερα σ' ολόκληρο τον κόσμο το χριστουγεννιάτικο δέντρο θυμίζει αυτή τη μέρα, αυτό σίγουρα οφείλεται στον Ντίκενς, που σε διάφορα έργα του και πιο πολύ ακόμα στις χριστουγεννιάτικες ιστορίες του, το προβάλλει σαν βασικό χριστουγεννιάτικο σύμβολο.
Στην πατρίδα μας, το χριστουγεννιάτικο δέντρο το έφεραν για πρώτη φορά στην Αθήνα οι Βαυαροί, και από τότε συνηθίζεται να προτιμάται στις ορεινές περιοχές αντί του νησιώτικου καθιερωμένου καραβιού

5.Τα καρακατζόλια
Η κρητική άποψη για τα καρακατζόλια είναι ότι τα παιδιά που γεννιούνται την ημέρα τω Χριστουγέννω (άρα έχουνε συλληφθεί την ημέρα του Ευαγγελισμού, που καλό είναι, από σεβασμό στην Παναγία, να αποφεύγει κανείς την ερωτική πράξη) μεταμορφώνονται σε καρακατζόληδες κάθε χρόνο την παραμονή των Χριστουγέννων και, την ημέρα τ’ Αγιασμού (όπου ο καθαγιασμός της φύσης διώχνει όλα τα κακά –αρχαία δοξασία κι αυτό), ξαναγίνονται άνθρωποι –αυτό συνεχίζεται κι όταν μεγαλώνουν.
(Από το περιοδικό του Ρεθύμνου «Πολιτεία»)
6.Οι καλικάντζαροι

Οι καλικάντζαροι είναι μαυριδεροί, τριχωτοί, με ουρά και μακριά χέρια. Ζουν στα έγκατα της γης και με ένα μεγάλο πριόνι αγωνίζονται να κόψουν τον τεράστιο ξύλινο στύλο που κρατά στη θέση της τη γη. Ο στύλος όμως είναι πολύ χοντρός και γι αυτό χρειάζεται μεγάλη και μακρόχρονη προσπάθεια.
Τις παραμονές των Χριστουγέννων τα έχουν σχεδόν καταφέρει και το στήριγμα της γης είναι έτοιμο να κοπεί και να πέσει. Χαρούμενοι που τα κατάφεραν επιτέλους, οι καλικάντζαροι βγαίνουν επάνω τη γη για να πειράξουν τους ανθρώπους και για να μην σωριαστεί η γη στα κεφάλια τους.
Οι καλικάντζαροι είναι χιλιάδες και ξετρυπώνουν στην επιφάνειά της από κάθε τρύπα. Φοβούνται πολύ το φως και γι' αυτό τη μέρα κρύβονται. Βγαίνουν όμως από τους κρυψώνες τους τη νύχτα και πειράζουν τους ανθρώπους. Μικρά και ευκίνητα, καθώς είναι, μπαίνουν στα σπίτια απ' όπου βρουν. Από τις καμινάδες, τις κλειδαρότρυπες, τις χαραμάδες των πορτών και των παραθυριών.
Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα τσουκάλια, στα πιάτα. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Τίποτε βέβαια δεν κλέβουν, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι που το κάνουν αγνώριστο.
Η ονομασία Καλικάντζαροι προέρχεται από το επίθετο «καλός» και από το «κάνθαρος». Η αρχή των μύθων που είναι σχετικοί με τους καλικάντζαρους βρίσκεται στην αρχαιότητα. Οι Αρχαίοι πίστευαν πως οι ψυχές σαν έβρισκαν την πόρτα του ‘Aδη ανοιχτή, ανέβαιναν στον απάνω κόσμο και τριγύριζαν παντού χωρίς έλεγχο και περιορισμούς.
Πολύ αργότερα οι Βυζαντινοί, γιόρταζαν το Δωδεκαήμερο με μουσικές, τραγούδια και μασκαρέματα. Οι άνθρωποι, έχοντας κρυμμένα τα πρόσωπά τους, έκαναν με πολύ θάρρος και χωρίς ντροπή ό,τι ήθελαν. Πείραζαν τους ανθρώπους στους δρόμους, έμπαιναν απρόσκλητοι σε ξένα σπίτια κι αναστάτωναν τους νοικοκύρηδες: ζητούσαν λουκάνικα και γλυκά για να γλιτώσουν απ' αυτούς έκλειναν πόρτες και παράθυρα. Οι μασκαρεμένοι όμως έβρισκαν πάντα κάποιους τρόπους να εισβάλλουν στα ξένα σπίτια, ακόμα κι από τις καμινάδες. Κι όλα αυτά για δώδεκα μέρες, ως την παραμονή των Φώτων, οπότε με το Μεγάλο Αγιασμό όλα σταματούσαν κι οι άνθρωποι ησύχαζαν.
Ετσι και σήμερα, οι καλικάντζαροι εξαφανίζονται τα Φώτα με τον αγιασμό των νερών. Φεύγουν τότε λέγοντας: «Φεύγετε να φεύγουμε κι έφτασε ο τουρλόπαπας με την αγιαστούρα του και με τη βρεχτούρα του...»

ΕΘΙΜΑ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

7. Κάλαντα Πρωτοχρονιᾶς Κρήτης


Ταχειὰ ταχειά ν᾿ ἀρχιχρονιὰ κι ἀρχὴ τοῦ Γεναρίου,
αὔριο ξημερώνεται τ᾿ ἁγίου Βασιλείου.
Πρῶτα ποὺ βγῆκεν ὁ Χριστός,
-ἅγιος καὶ πνευματικός-
στὴ γῆ νὰ περπατήσει,
ἐβγῆκε καὶ χαιρέτησε ὅλους τοὺς ζευγολάτες.

Τὸν πρῶτο ποὺ χαιρέτησε ἦτον Ἅγιο Βασίλης
-Καλῶς τὰ κάνεις Βασιλειό, καλὸν ζευγάριν ἔχεις.

-Καλὸ τὸ λὲς ἀφέντη μου καλὸ καὶ εὐλογημένο,
ποὺ τὸ ῾βλογᾶ ἡ χάρη σου μὲ τὸ δεξιό σου χέρι,
μὲ τὸ δεξιὸ μὲ τὸ ζερβὸ μὲ τὸ μαλαματένιο.
-Γιὰ πές μου Ἅη Βασίλη μου πόσα μουζούρια σπέρνεις;
-Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε
ταὴ καὶ ρόβι δεκαοχτὼ κι ἀπὸ νωρὶς στὸ στάβλο.
Ἐθέρισα κι ἁλώνεψα κι ἔκαμα χίλια μόδια
και τὰ κορκοσκινίσματα χίλια καὶ πεντακόσια.
Ματ᾿ ἄλλα δὲν ἐμέτρησα γιατί Χριστὸς ἐπέρνα.
Καὶ κειὰ ποὺ στάθην᾿ ὁ Χριστὸς χρυσὸν δεντρὶν ἐβγῆκεν,
καὶ κειὰ ποὺ μεταπάτησε χρυσὸ κυπαρισσάκι
ποὖχε στὴν μέση τὸν σταυρὸ καὶ στὴν κορφὴ τὴν βρύση.
Στὰ μεσοκλωναράκια του πέρδικα κακαρίζει.
-Κακάριζε κακάριζε πέρδικα κορωνάτη,
μὰ ἐπὰ τὸν ἔχουν τὸν ὑγιό, τὸ μοσχοκανακάρη...

8.Το Ποδαρικό Η παράδοση λεει πως την Πρωτοχρονιά το πρώτο πράγμα που πρέπει να δεις είναι βουνό κι ένα υγιή γείτονά σου, έτσι ώστε κι εσύ να ζήσεις με υγεία και πολλά χρόνια, τόσα όσο και τα βουνά. Αν δεις θάλασσα τότε θα είσαι συνέχεια ταραγμένος όπως κι η θάλασσα. Το πρωί της Πρωτοχρονιάς ο άντρας του σπιτιού πάει να φέρει νερό σε ένα σταμνί και μια πέτρα. Με το νερό ραντίζει το εξωτερικό και εσωτερικό του σπιτιού λέγοντας: «Όπως τρέχει τούτο το νερό έτσι να τρέχουν και τα καλά στο σπίτι μου». Την πέτρα τη βάζει κάτω από το κρεβάτι λέγοντας: «Όπως είναι γερή τούτη η πέτρα έτσι να είναι γερό και το σπίτι μου». Η πέτρα μένει κάτω από το κρεβάτι ως τα Φώτα. Το πρωί της πρωτοχρονιάς η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία. Μαζί τους παίρνουν μια εικόνα του σπιτιού, η οποία αφού λειτουργηθεί θα κάνει το ποδαρικό στο σπίτι. Το έθιμο του ποδαρικού έχει μεγάλη σημασία στην Κρήτη. Ποδαρικό σημαίνει: Ο πρώτος άνθρωπος που θα πατήσει με το πόδι του (ποδαρικό) στο σπίτι μετά την είσοδο του νέου χρόνου. Αυτός ο άνθρωπος πρέπει να είναι τυχερός για να φέρει τύχη στο σπίτι και να πατήσει πρώτα με το δεξί του πόδι για να πάνε όλα δεξιά δηλ. καλά. Τυχερός θεωρείται ο νοικοκύρης ή ένα παιδί που να ζουν και οι δύο του γονείς.

9.Η Καλή Χέρα
Συνηθίζεται να δίνεται ένα χρηματικό ποσό σαν δώρο σε παιδιά που θα επισκεφτούν κάποιο σπίτι την Πρωτοχρονιά. Συνήθως πρόκειται για τα εγγόνια ή τα ανίψια.
Μερικές δεκαετίες παλιότερα, η «καλή χέρα» ήταν το μόνο δώρο που έπαιρναν τα παιδιά την Πρωτοχρονιά και σε πολλές περιπτώσεις ήταν απλά ένα κέρασμα μια κι ούτε χρήματα υπήρχαν πολλά, αλλά ούτε μαγαζιά με παιγνίδια.

10.Κρομύδα για Γούρι

Το σκυλοκρέμμυδο ή κρεμύδα (Scilla maritima) είναι συνηθισμένο φυτό στην Κρήτη. Φυτρώνει άγριο και μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι. Τα ζώα δεν το τρώνε γιατί έχει δηλητήριο, που μπορεί να προκαλέσει δερματικό ερεθισμό από επαφή. Ακόμα και να το βγάλεις απ' τη γη και να το κρεμάσεις, δεν παύει να βγάζει νέα φύλλα και άνθη. Ο λαός πιστεύει ότι αυτή τη μεγάλη ζωτική του δύναμη μπορεί να τη μεταδώσει σε έμψυχα και άψυχα, γι' αυτό την πρωτοχρονιά κρεμούν σκυλοκρέμμυδο στα σπίτια τους.
Πρόκειται για αρχαίο έθιμο καλοτυχίας που αναφέρεται ήδη από τον 6 ο αιώνα π.Χ., αλλά σήμερα τείνει να εγκαταλειφθεί.
11.Tα Αγια Θεοφάνια ή Φώτα
Ο πρώτος αγιασμός των Θεοφανίων, «η πρωτάγιαση ή φώτιση», γίνεται την παραμονή της γιορτής στην εκκλησία. Ύστερα ο παπάς παίρνει ένα ένα τα σπίτια με το Σταυρό στο χέρι και ραντίζει μ' ένα κλωνί βασιλικό όλους τους χώρους του σπιτιού. Από τον Μεγάλο Αγιασμό  ο παπάς θα φυλάξει ένα μπουκάλι  στο Ιερό της εκκλησίας για να χρησιμοποιηθεί από τους νηστεύοντες χριστιανούς τη Μεγάλη Παρασκευή,  (ο αγιασμός, , δεν χαλάει όσα χρόνια κι αν μείνει, αν όμως η νοικοκυρά θέλει να κρατήσει στο σπίτι της Μεγάλο Αγιασμό πρέπει, κατά την παράδοση, να του ’χει μέρα νύχτα καντήλι αναμμένο και, όποιος πιει, να ’χει νηστέψει τρεις μέρες το λάδι).

12.Τα φωτοκόλλυβα

Την παραμονή τ’ Αγιασμού παρασκευάζονταν τα φωτοκόλλυβα , νηστίσιμο φαγητό από βρασμένο στάρι, φασούλια, φάβα και άλλα μαγερέματα (όσπρια), από τα οποία έτρωγαν χωρίς λάδι και οι άνθρωποι (επειδή, όπως είπαμε, προετοιμάζονταν να πιουν Μεγάλο Αγιασμό) και τα ζώα του σπιτιού, ιδίως οι όρθες (κότες) και τα ζευτικά (βόδια), γιατί κι αυτά, που είναι οι πολύτιμοι βοηθοί τ’ αθρώπου, έχουν το δικαίωμα να απολαύσουν το μαξούλι (το προϊόν της γης). «Ο Θεός του βουγιού (του βοδιού) είναι ο άθρωπος», έλεγαν οι παλιοί (γιατί από τον άνθρωπο εξαρτάται η επιβίωση του οικόσιτου ζώου), γι’ αυτό ο άνθρωπος έχει ευθύνη απέναντι στα ζώα του νοικοκυριού του –και ανάλογα με το πώς θα τους φερθεί θα ’ναι κι η χρονιά που τον περιμένει, καλή ή κακή!





Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

Θρύλοι – Παραδόσεις

Θρύλοι - Παραδόσεις για την περιοχή της Παλιανής

Εντυπωσιακός είναι ο αριθμός των θρύλλων και των παραδόσε­ων που αναφέρονται σε παλαιούς ασκητές, ερημίτες και ερημητήρια. Και αποκαλύπτουν οι παραδόσεις αυτές ότι στην ευρύτερη περιοχή γύρω από τη Μονή Παλιανής είχε αναπτυχθεί, σε εποχές για τις οποίες δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες, ο μοναχισμός και ο αναχωρητισμός.

Η παράδοση αναφέρει ότι ένας γέροντας ασκητής διάλεξε ως τόπο διαμονής του την περιοχή του σημερινού μοναστηριού
«Ήρθε καιρός που το όνειρο τον Γέροντα έγινε αλήθεια. Έχτισε το καλύβι τον με τοίχο και το σκέπασε με κεραμίδια... Ύστερα έχτισε μια μικρή εκκλησία... Έφτιαξε κι ένα ξύλινο σήμαντρο που χτυπούσε πρωί και βράδυ... Κι όλοι μιλούσαν για το μονα­στήρι που έχτισε ένας ασκητής, σεβαστός άγιος άνθρωπος. Και πήγαιναν πολλοί για να δουν το μοναστήρι και να πάρουν την ευλογία τον Γέροντα, κι άλλοι για να μείνουν στο μοναστήρι κο­ντά του. Έτσι μαζεύτηκαν κι άλλοι καλόγεροι μακρυμάλληδες σκυφτοί και καλογεροπαίδια, όχι πολλοί, μια δεκαριά, που υποτάχτηκαν στην προσκύνηση των αγίων Αποστόλων και στο θέ­λημα του Γέροντα τους...».

Η Αγία Μυρτιά της Παλιανής
Κυρίαρχο ρόλο στη λατρευτική παράδοση της Μονής Παλιανής διαδραματίζει η γνωστή "μυρτιά της Παλιανής", ένα αιωνόβιο δένδρο που βρίσκεται δίπλα ακριβώς στο ναό και στο Ν.Δ. τμήμα του περιβόλου. Η εικόνα της Παναγίας βρίσκεται πάντα στο ειδικό εικονοστάσι, στον κορμό του δέντρου και το καντήλι της μυρτιάς ανάβει συνέχεια! Η " Αγία Μυρτιά", όπως αποκαλείται από τις μοναχές, γιορτάζει ξεχωριστά από το ναό καθιερώθηκε δηλαδή ειδική γιορτή για την Παναγία τη Μυρτιδιώτισσα, στις 24 Σεπτεμβρίου. Είναι χαρακτηριστικό το ότι η ευλογία των άρτων γίνεται κάθε χρόνο κάτω από το ιερό αυτό δέντρο, και ως τράπεζα χρησιμοποιείται ένα αρχαίο κιονόκρανο! (Προέρχεται από την πρωτοχριστιανική βασιλική ).
Τα πιο χαμηλά κλαδιά του έχουν εντελώς απογυμνωθεί από τα φύλλα τους. Τα κόβουν οι προσκυνητές της Παλιανής άλλοι κατασκευάζουν φυλακτά, άλλοι τα κρεμούν στα εικονοστάσιά τους. Η λατρεία της " Αγίας Μυρτιάς" αποτελεί επιβίωση πανάρχαιων λατρευτικών συνηθειών και πιο συγκεκριμένα της λατρείας των ιερών δένδρων:
Ο γνωστός αρχαιολόγος Στυλιανός Αλεξίου,σημειώνει:
«Έκπληκτικήν έπιβίωσιν λατρείας ίερού δένδρου, είς τήν σημερινήν Kρήτην αποτελεί ή 'Αγία Μυρτιά τής μονής Παλιανής , Ηρακλείου. Προς την λατρείαν τού δένδρου τούτου συνδυάζεται λατρεία τής Θεοτόκου, τής όποίας είκών, όρατή μόνον είς παίδας, πιστεύεται ότι περικλείεται είς τόν κορμόν. ' Ιαματικαί ίδιότητες άποδίδονται είς τά φύλλα τού δένδρου, τα όποία χρησιμοποιούνται διά θεραπευτικόν "κάπνισμα", "άφεψήματα" καί "φυλακτά"».

ΤΟΝ ΘΡΥΛΟ ΜΕ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΥΡΤΙΑΣ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΔΕΚΑΤΕΤΡΑΣΤΙΧΟ
1) ΤΗΣ ΜΥΡΤΙΑΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΙΟΥ ΔΕΝΔΡΟΥ ΠΑΛΙΑΝΗΣ
 ΣΤΙΧΟΥΡΓΕΙΤΑΙ ΕΝ ΣΥΝΤΟΜΙΑ ΔΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗ

2) ΠΡΙΝ ΚΤΙΣΘΗ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΟΛΗ ΤΟΥΤΗ Η ΠΛΑΓΙΑ
 ΚΑΘΩΣ ΛΕΓΟΥΝ ΗΤΟ ΔΑΣΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΔΩΣΑΝ ΦΩΤΙΑ

3) ΟΤΑΝ ΕΦΘΑΣΕΝ Η ΦΛΟΓΑ ΣΕ ΜΙΑ ΒΑΤΟ ΓΗΡΑΙΑ
ΜΗ! ΜΗ! ΑΔΙΑΚΟΠΑ ΕΒΟΑ ΜΙΑ ΦΩΝΗ ΠΡΟΣΤΑΚΤΙΚΑ

4) ΤΗΝ ΦΩΤΙΑ ΜΕ ΦΟΒΟ ΣΒΗΝΟΥΝ ΠΕΡΙΕΡΓΩΣ ΕΡΕΥΝΟΥΝ
 ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΑ ΔΙΑΚΡΙΝΟΥΝ ΣΚΥΒΟΥΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΥΝΟΥN

5) ΕΚΑΜΑΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙ ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ
ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΠΟΥΧΕ ΧΑΡΗ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΑΝ ΕΚΕΙ

6) ΜΕΣΑ ΣΕ ΜΥΡΤΙΑΣ ΚΛΩΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΘΕΝΟΥ Η ΜΟΡΦΗ
ΔΙΕΚΡΙΝΕΤΟ ΑΝΑΡΙΑ ΕΤΣΙ ΕΙΧΕ ΖΩΓΡΑΦΙΣΘΗ

7) ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΘΥΜΙΑΖΑΝ ΣΥΧΝΑ ΠΥΚΝΑ
ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΑ ΚΑΛΟΦΩΤΑ

8) ΘΑΥΜΑ ΕΚΑΜΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΣΤ΄ ΑΝΑΜΑΡΤΗΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
 ΚΑΙ ΑΛΗΘΙΝΑ ΓΕΝΗΚΑΝ ΤΑ ΖΩΓΡΑΦΙΣΤΑ ΚΛΑΔΙΑ

9) ΜΑΤΣΟ ΤΟΤΕ ΤΑ ΦΥΤΕΨΑΝ ΤΑ ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΜΕ ΧΑΡΑ
ΤΑ ΚΛΩΝΑΡΙΑ ΠΕΡΙΠΛΕΞΑΝ ΚΑΙ ΦΟΥΝΤΩΝΟΥΝ ΘΑΛΕΡΑ

10) ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΛΙΓΟ ΠΙΟ ΠΕΡΑ ΕΚΤΙΣΑΝ ΟΙ ΧΩΡΙΚΟΙ
ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΜΕΤΑΦΕΡΑΝ ΑΛΛΑ ΕΦΕΥΓΕ ΑΠ΄ ΕΚΕΙ

11) ΤΡΕΙΣ ΦΟΡΕΣ ΤΗΝ ΕΚΛΕΙΔΩΣΑΝ ΛΕΝΕ ΜΕΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
ΤΗΝ ΕΠΑΥΡΙΟ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΣΤΑ ΚΛΩΝΑΡΙΑ ΤΗΣ ΜΥΡΤΙΑΣ

12) ΕΔΩΣΕ ΝΑ ΕΝΝΟΗΣΟΥΝ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΠΡΕΠΕ ΞΑΝΑ
ΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΝΑ ΧΩΡΙΣΟΥΝ ΑΠ ΤΑ ΔΙΚΑ ΤΗΣ ΤΑ ΚΛΑΔΙΑ

13) ΕΤΣΙ ΒΡΙΣΚΕΤ' ΕΔΩ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΠΟΛΥΚΛΩΝΟ ΚΟΡΜΟ
ΠΟΥ ΞΕΦΥΤΡΩΣΕ ΑΠ΄ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΙ' ΕΙΝΑΙ ΔΕΝΔΡΟ ΙΕΡΟ

14) ΘΕΙΑ ΧΑΡΙ ΕΧΕΙ ΛΑΒΕΙ ΚΑΙ ΓΙ' ΑΥΤΟ ΚΑΘΕ ΠΙΣΤΟΣ
 ΠΑΙΡΝΕΙ ΦΥΛΛΑ Η΄ ΚΛΩΝΑΡΙ ΓΙΑ ΝΑ ΤΑΧΗ ΦΥΛΑΚΤΟ


Έν ιερά Μονή Παληανής τη 24-9-1940

ΑΦΙΕΡΩΜΑ η εν Μοναχαίς ελαχίστη Θεοτίμη.


Παναγία η Οκτώρισσα
Ναός που βρίσκεται 200μ. δυτικά της μονής Παλιανής.  Εκεί που είναι χτισμένη η Οκτώρισσα ήταν τα ερείπια παλαιού ναού. Οι Χριστιανοί ήθελαν να ξανακτίσουν την εκκλησία, αλλά οι Τούρκοι δεν έδιναν άδεια.
Οι Χριστιανοί τότε κουβάλησαν πέτρες και την έχτισαν σε οκτώ ώρες, μέσα σε μια νύχτα. Και το πρωί η εκκλησία ήταν έτοιμη. «Άλλοι υποστηρίζουν ότι οι Τούρκοι έδωσαν την άδειαν εις τους Χριστιανούς νά κτίσουν τήν έκκλησίαν, αλλά νά τήν τελει­ώσουν μέσα σέ οκτώ ώρες...
"Αλλοι πάλι βεβαιώνουν, ότι οι Τούρκοι έδωσαν μεν τήν άδειαν, άλλα νά κτισθη εντός 24 ωρών καί οι Χριστιανοί κινούμενοι από τόν ζήλον της πίστεως τήν έκτισαν μόνον εντός 8 ωρών, γι' αυτό πήρε τό όνομα Οκτώρισσα...».


΄Αγιοι Απόστολοι
 Πριν από την επανάσταση του 1821 υπήρχε μια εικόνα της Παναγίας στο τέμπλο του παρεκκλησίου  των Αγίων Αποστόλων. Όταν πυρπολήθηκε η εκκλησία η εικόνα έφυγε από τη θέση της, βρέθηκε στον αέρα κι άρχισε να απομακρύνεται από το χώρο της καταστροφής. Την είδαν οι Τούρκοι, άρχισαν να τη σημαδεύουν με τις πιστόλες και να πυροβολούν. Δεν κατάφεραν να την πετύχουν.

Η εικόνα της Παναγίας και τα ιερά σκεύη
 Η εικόνα του Ευαγγελισμού έμεινε τρεις χρόνους θαμμένη στη γη, μαζί με τα ιε­ρά σκεύη για να μην την βρουν οι Τούρκοι. Οι Τούρκοι κάψανε το μοναστήρι, μα η εικόνα γλύτωσε. Όταν έσκαψαν και τη βρήκαν έλαμψε ο κόσμος από το φως. Τα χρώματα της δεν είχαν πάθει τί­ποτα.
Την ίδια εικόνα πυροβόλησαν οι Τούρκοι σε μιαν άλλη επανά­σταση και φαίνονται ακόμη οι σφαίρες πού 'ναι σφηνωμένες στο ξύλο της εικόνας.

 Ο Αγιος  Νικόλαος  (ναός δίπλα στον ποταμό Απόλλωνα 300μ. δυτικά της μονής Παλιανής πάνω στο λόφο)
 «Μόνον ο θόλος του ιερού υπήρχε στον Αγ. Νικόλαο. Όλα τα άλλα είχαν χαλάσει. Κι ένας χτίστης από το Βενεράτο "ετάχτηκε" εκεί να αποκτήσει παιδί, και να τη χτίσει με τα χέρια του. Έτσι ξαναχτίστηκε η εκκλησία».
 Το κυπαρίσσι στο Σταυρωμένο
Στο Βυζαντινό Ναό του Τιμίου Σταυρού, στο Σταυρωμένο όπως τον αποκαλούν οι ντόπιοι, που βρίσκεται δυτικά του χωριού, κοντά στον οικισμό Βλαχιανά, υπάρχει ένα κυπαρίσσι, φυτρωμένο στη στέγη, πάνω από το βόρειο τοίχο του Ναού, αλλά δυστυχώς ξερό σήμερα. Οι εργασίες ανάπλασης του Ναού που έγιναν στα μέσα της δεκαετία του '70, αν και δεν πείραξαν τις ρίζες του, στεγανοποίησαν πλήρως το Ναό με αποτέλεσμα να μην περνάει πλέον υγρασία στο εσωτερικό του και το κυπαρίσσι να ξεραθεί σιγά σιγά από την έλλειψη νερού λίγα χρόνια αργότερα. Και σήμερα μένει μόνο ο ξερός κορμός του στη στέγη, να δηλώνει την παρουσία του.
Κανείς δεν ξέρει πώς φύτρωσε εκεί, αλλά οι κάτοικοι θεωρούν ότι φύτρωσε στη στέγη του Σταυρωμένου πολύ παλιά. Όλοι το θυμούνται όπως ήταν στα μέσα της δεκαετίας του '70. Η παρουσία του συνδέθηκε άμεσα με τη λατρεία του Εσταυρωμένου Χριστού και γι' αυτό το θεωρούσαν ιερό δέντρο με ιαματικές ιδιότητες(έκοβαν τα φύλλα του για να κάνουν φυλαχτά
Και ο Σταυρωμένος είχε το δικό του ιερό δέ­ντρο! Ήταν ένα κυπαρίσσι που, άγνωστο πότε, φύτρωσε στη σκε­πή του ναού. Οι σημερινοί κάτοικοι του χωριού Αυγενική πιστεύ­ουν ότι το δέντρο αυτό είχε φυτρώσει στη σκεπή της εκκλησίας από πολύ παλιά.
Κανείς δεν το θυμάται μικρότερο απ' ό,τι ήταν στα μέσα της 10ετίας του 1970. Το δέντρο αυτό συνδέθηκε με τη λατρεία του Εσταυρωμένου Χριστού και θεωρήθηκε ιαματικό. Έκοβαν τα φύλλα του για φυλακτά και σεβόντουσαν πολύ το δέντρο του Σταυρωμένου. Στα μέσα της 10ετίας του 1970 όμως διαπιστώθηκε ότι ο ναός έπρεπε να επισκευαστεί γιατί από την οροφή του περ­νούσε υγρασία που τον απειλούσε. Κανένας βέβαια δε σκέφτηκε να ξεριζώσει το δέντρο από την οροφή. Οι κάτοικοι βρήκαν τον καλύτερο τρόπο να απαλλάξουν το ναό από την υγρασία. Αποφάσισαν να αφήσουν το δέντρο όπως είναι και να τοποθετή­σουν κεραμίδια στην οροφή.
Με τα κεραμίδια λοιπόν λύθηκε το πρόβλημα της υγρασίας. Η υγρασία όμως ήταν εκείνη που κρατούσε στη ζωή το ιερό δέντρο. Άρχισε να κλονίζεται και σε λίγα χρόνια ξεράθηκε εντελώς, προ­καλώντας τη λύπη των κατοίκων που δεν είχαν προβλέψει ή δεν ήθελαν να πιστέψουν αυτή την εξέλιξη.
Το δέντρο βρίσκεται ακόμη στη θέση του, στην οροφή του ναού, δυστυχώς όμως είναι ξερό!

Το Πετρωμένο λάδι της επαρχίας Μαλεβυζίου
H γιορτή του Προφήτη Ηλία θεωρείται ορόσημο από τους ελαιοκαλλιεργητές. Την ημέρα εκείνη πιστεύουν ότι «λαδώνουν» οι ελιές. Φράσεις όπως
"Το σπερνό τ΄Αι λιά
μπαίνει το λάδι στην ελιά"
και......
"τ΄ Αιλιά το βράδυ
μπαίνει στην ελιά το λάδι"

αποτυπώνουν αυτές τις δοξασίες στον παροιμιακό λόγο των Κρητικών. Κατά το τελευταίο δεκαήμερο του Ιουλίου ο ελαιό­καρπος έχει πια μεγαλώσει και αν τον τρίψει κανείς αντιλαμ­βάνεται ότι μένει στα χέρια του η επικάλυψη του λαδιού.
Η μαγική σκέψη των ανθρώπων αναζήτησε τρόπους υποβοήθησης αυτής της διαδικα­σίας αποδίδοντας το λάδωμα της ελιάς όχι σε κάποια φυσική διαδικασία (στον κύκλο παραγωγής των φυτών) αλλά στη δράση υπερφυσικών δυνάμεων. Η πιο συνήθης πρακτική, γνωστή από την επαρχία Μαλεβιζίου, γινόταν τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου. Οι ελαιοκαλλιεργητές πήγαιναν στα λιόφυτα πριν ανατείλει ο ήλιος και «πέτρωναν» το λάδι.
Η τελετουργική αυτή διαδικασία δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια μαγική πράξη: έπαιρναν πέτρες και τις έβαζαν πάνω στους κορμούς των ελαιόδεντρων. Σε κάθε κορμό τοποθετού­σαν κι από μια πέτρα, συνήθως πάνω στη διχάλα ή σε όποιο άλλο σημείο μπορούσε να σταθεί, όπως ακριβώς έκαναν με όλα τα αντικείμενα τα οποία ήθελαν να σταθε­ροποιήσουν σε κάποιο τόπο. Ωστόσο, κανείς δεν πίστευε ότι η ίδια η πέτρα μπο­ρούσε να κρατήσει το λάδι στον καρπό της ελιάς. Με αυτήν την αναλογική τελετουργία ήξεραν ότι δημιουργούσαν ένα περι­βάλλον προστασίας, ένα μαγικοθρησκευτικό περίβλημα που μπορούσε να βοηθήσει το λάδι να παραμείνει στον καρπό μέχρι την ώρα της συγκομιδής.
Το πέτρωμα, η εντυπωσιακή αυτή λαϊκή τελετουργία, δια­τηρήθηκε στο Μαλεβίζι μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο περίπου. Πολλοί ηλικιωμένοι το θυμούνται σήμερα ως παιδικό βίωμα. Τους ξυπνούσαν οι γονείς τους πολλή ώρα πριν ξημε­ρώσει και πήγαιναν στα λιόφυτα για να προλάβουν να πετρώ­σουν όλα τα δέντρα.

Ο Ασκητής του Χαλκιδιού
Στo  Βενεράτο στο  Χαλκιδιό, δίπλα στη παλιά φάμπρικα του Σακαλή  είναι ενσωματωμένο ένα μικρό πέτρινο εικονοστάσι που μοιάζει με ιερό εκκλησίας.
Λένε για αυτό, ότι κάποτε ζούσε στο φαράγγι ένας όσιος ασκητής , διαμέσου μιας μυστικής διόδου στον βράχο ανέβαινε συχνά στο χωριό, όπου τον είχαν δει πολλές φορές.
 Ήταν μικρόσωμος με μακριά γένια και μαλλιά που έφταναν ως την γη, εκεί του άφηναν οι κάτοικοι λίγο φαγητό και λιβάνι σεβόμενοι την ησυχία του Αγίου.
Πέρασε ο καιρός και δεν ξαναείδαν τον όσιο αυτόν. Έτσι εις ανάμνηση του, όταν έχτισαν την γειτονιά αυτή του αφιέρωσαν αυτό το μικρό και χαμηλό εικονοστάσι, από τότε και μέχρι πριν λίγα χρόνια συνήθιζαν να αφήνουν λίγο λιβάνι και να ανάβουν ένα καντηλάκι στη μνήμη του.

Τα Τελώνια , οι Καταχανάδες, τα Αφανταξά και οι Ανεράιδες
Τελώνια,καταχανάδες, αφανταξά, ανεράιδες  είναι μερικά από τα υπερφυσικά δημιουργήματα των τοπικών παραδόσεων, μορφές φανταστικές και τρομακτικές,  πολλές από τις οποίες έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα. Οι παλαιότεροι θυμούνται τις φανταστικές και τρομαχτικές ιστορίες που ξετυλίσονταν τα βράδια στις βεγγέρες  όπου το άγνωστο , το ανεξήγητο , το ομιχλώδες , και το μυστηριώδες , γοήτευε και παράλληλα τρόμαζε!
Τα Τελώνια του Προφήτη Ηλία
Στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία , ΒΑ του Βενεράτου, ήταν παλιά τόπος ταφής των αβάπτιστων παιδιών, τα οποία μετουσιώνονταν κατά την παράδοση σε τελώνια. Τόσο μεγάλος μάλιστα ήταν ο αριθμός αυτών ώστε αν κάποιος, ιδιαίτερα παιδί,  τύχαινε να βρεθεί στην περιοχή αυτή μετά την δύση του ήλιου, ήταν αρκετά δύσκολο να ξεφύγει απ' αυτά ή ακόμη μπορούσε να τρελλαθεί απο το φόβο και τις κραυγές τους.Οι ντόπιοι έλεγαν : «Αν περάσει κάποιος τη νύχτα, ή ακόμα χειρότερα τα μεσάνυχτα, από το μέρος όπου τα έχουν θαμμένα ή ριγμένα, τα ακούει να κλαίνε και βλέπει φωτιές»
Η μη βάπτιση ενός ανθρώπου για τη λαϊκή αντίληψη ισοδυναμούσε με κοινωνική και μεταφυσική καταδίκη: δεν αποκτούσε ποτέ το θεϊκό χρίσμα, συνέχιζε να τον βαραίνει το προπατορικό αμάρτημα, δεν μπορούσε να αποκτήσει μορφή μήτε ταυτότητα, ενώ ουδέποτε γινόταν δεκτός από την ανθρώπινη κοινωνία.. σαν να τον καταράστηκε δηλαδή ολόκληρη η ανθρωπότητα!
συνδέονταν άρρητα με ένα συγκεκριμένο χώρο ή- ακόμα χειρότερα- με συγκεκριμένα πρόσωπα που ευθύνονταν για την τύχη τους. Έτσι, αισθάνονταν μίσος και μένος κατά τη μητέρα τους ή τοπικών ιερέων, δηλαδή κατά κάθε ανθρώπου που ευθυνόταν- έστω και εν μέρει- για τη μη βάπτιση τους, για την άδικη κατάρα που τους βάραινε.
«Και εκεί που πετούνε στον αέρα, καταριούνται τον παπά που τα άφησε αβάπτιστα και πετροβολούν τους διαβάτες και τους ενοχλούν, όπως και οι άλλοι δαίμονες» .

«Σκύλα μάνα, δώσε μου το όνομα μου»,
Κατά τις δοξασίες των ανατολικών λαών τα τελώνια είναι δαιμονικά όντα προικισμένα με πολύ μεταμορφωτική δύναμη, όχι πάντα επιβλαβή για τους ανθρώπους, αλλά κυρίως με διάθεση να πειράζουν, να ενοχλούν και να φοβίζουν. Κατά τις δοξασίες εισέρχονται νύκτα στις οικίες και παραλαμβάνουν τους κοιμώμενους (επί τω πλείστον) παιδιά και τους μεταφέρουν σε απόμακρα μέρη για να διασκεδάσουν από την έκπληξη που θα αισθανθούν οι αφυπνιζόμενοι ή ακόμη αντ΄ αυτών κρύβουν αντικείμενα της οικίας για να εκνευρίσουν τους κατόχους αυτών.
Ζουν συνήθως σε φρεάτια, πηγάδια, σπήλαια, γεφύρια, ανεμόμυλους και σε ερείπια. Γενικά έχουν πολλές ομοιότητες με τα αερικά, τα τζίνια, τους βρυκόλακες, τους καλικάντζαρους, τα χαμοδράκια, τους ανασκελάδες κλπ.
Στην εκκλησιαστική γλώσσα αποτελούν πονηρά πνεύματα που συναντούν καθ΄ οδό οι ψυχές όταν αποδημούν: «Τα πνεύματα αυτά ανακρίνουν τις ψυχές και των μεν δικαίων παραδίδουν στους αγγέλους οι οποίοι και θα τις οδηγήσουν στη συνέχεια στο Παράδεισο, ενώ των αδίκων τις οδηγούν τα ίδια αυτά στον Άδη».

Οι Καταχανάδες και τα Αφανταξά
"εγίνετο καταχανάς και απέκει κάγην όλος"
[Eμ. Λιμενίτη (Γεωργηλά), Tο θανατικόν της Pόδου, 267]

Μορφή βρικόλακα που συναντιέται στην παράδοση της Κρήτης και ορισμένων νησιών των Κυκλάδων. Οι καταχανάδες έχουν βρεθεί σ' αυτή την κατάσταση γιατί πριν από το θάνατό τους αφορίστηκαν, καταράστηκαν ή δεν πρόλαβαν να πάρουν συγχώρεση από τους ζωντανούς. Υποτίθεται ότι αν ο τάφος τους σφραγιστεί με ασβέστη δεν μπορούν να βγουν έξω και να ενοχλήσουν τους ζωντανούς.



Οι Ανεράιδες


ΠΕΜΠΩ ΣΟΥ ΤΣΟΙ ΝΕΡΑΪΔΕΣ
ΝΑ 'ΡΘΟΥΝ ΝΑ ΣΕ ΚΟΙΜΗΣΟΥΝ,
ΝΑ ΣΕ ΣΚΕΠΑΣΟΥΝ ΚΑΙ ΓΛΥΚΑ
ΝΑ ΣΕ ΚΑΛΗΝΥΧΤΗΣΟΥΝ

Οι θυγατέρες του Νηρέα στην αρχαιότητα, οι νύμφες των νερών, μετονομάστηκαν σε Νεράιδες και με το όνομα αυτό πέρασαν στη Νεοελληνική λαϊκή μας παράδοση. Ο λαός μας τις θεωρεί ως γυναίκες εξαίρετου κάλλους και ομορφιάς, με μακριά μαλλιά, με κάτασπρη σάρκα που φεγγοβολά στο σκοτάδι και το διασπά, ντυμένες με άσπρο αραχνοΰφαντο πέπλο. Η όψη τους είναι γλυκιά, οι κινήσεις τους αέρινες και το τραγούδι κι ο χορός τους σαγηνεύουν τους ανθρώπους. Δεν είναι ορατές όμως απ' όλους τους ανθρώπους, παρά μόνον απ' τους "αλαφροΐσκιωτους" και τους "Σαββατογεννημένους". Ζουν κοντά στη φύση, ιδιαίτερα όμως τους αρέσουν τα μέρη με πολλά νερά, δροσιά, δέντρα και λουλούδια. Οι τόποι εμφάνισής τους σχετίζονται άμεσα με τους τόπους λατρείας των αρχαίων νυμφών, των Νηρηίδων, που γινόταν σε τρίστρατα, σε δισταύρια, σε σπηλιές, σε πηγές, σε ποτάμια ή κοντά στη θάλασσα. Αγαπούν ιδιαίτερα το χορό, τη μουσική και τα τραγούδια και είναι ιδιαίτερα προκλητικές την ώρα του χορού τους. Κυριολεκτικά, εκείνη την ώρα, μαγεύουν τους (τυχόν) περαστικούς, μαγνητίζοντας τα βλέμματα και το μυαλό τους.

Το φαράγγι του Αγίου Φανουρίου στο Βενεράτο, που το διασχίζει ο ποταμός Απόλλωνας, με πλούσια βλάστηση, σπηλιές και αρκετά νερά ήταν ιδανικός τόπος κατοικίας για νεράιδες και ξωτικά.Παρόλο που στο μυαλό μου δεν έχω κάποια συγκεκριμένη ιστορία θα παραθέσω δύο αναφορές γι" αυτές ,που βρήκα στο βιβλίο του Β. Χαρωνίτη " Η Κρήτη των θρύλων ".και στο βιλίο τουΝ. Βασιλάτου " Το Κρητικό Μαχαίρι" Πιστεύω ότι αυτές οι παραδόσεις αναπαράγονται σε όλες τις περιοχές της Κρήτης προσαμοσμένες ανάλογα με τα τοπικά γεωμορφολογικά στοιχεία του κάθε τόπου.

Ο ΛΥΡΑΡΗΣ ΤΟΥ ΟΜΑΛΟΥ
Σε τούτα, λέει, τα θεόχτιστα μέρη, στον Ομαλό, στη Μαδάρα, στο Φάραγγι, ζούσε μια φορά κι έναν καιρό ένας βοσκός. Ήταν λεβεντονιός, διαλεχτό παλικάρι κι έπαιζε λύρα που μάραινε καρδιές. Κανείς δεν τον ήξερε με τ' όνομα του. Λυράρη τον φώναζαν και λυράρης έμεινε. Καθόταν πάνω στους βράχους, στη σκιά των δέντρων, κοντά σε νεροπηγές ή σε σπηλιές που βρίσκονταν τριγύρω κι έπαιζε... Έπαιζε είναι μια κουβέντα, γιατί, αυτό που έβγαιν' απ' τη λύρα του δεν ήταν παίξιμο• ήταν ουράνια μελωδία... Ένα καλοκαίρι τον άκουσαν μερικοί και ξεστάθηκαν. Κι από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε πως ο λυράρης που όμοιος του δεν είχε γεννηθεί σ' όλη την Κρήτη, παράβγαινε, στον Ομαλό, με τον αγέρα και με τα πουλιά, στο παίξιμο.

Σιγά σιγά αρχίνησαν κι ανέβαιναν, νέοι και γέροι, ν' ακούσουν τη φωνή της λύρας που ιστορούσε της καρδιάς τα βάσανα, που έλεγε τις ομορφιές του κόσμου. Κάποτε ο λυράρης χάθηκε. Έτσι εντελώς ξαφνικά, χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν. Τον αναζήτησαν παντού, μα δε βρέθηκε πουθενά. Μήνες και χρόνια πήρε η αναζήτηση μα... πού λυράρης! Στο τέλος τον τύλιξε μαζί με τη λύρα του ο θρύλος...
Μια νύχτα, λέει, μια αφέγγαρη νύχτα, Οκτώβρης ήσαν, Νοέμβρης ήταν, ποιος μπορεί να μας το βεβαιώσει, ο Βοριάς είχε ξεπορτίσει και χιμούσε κατά το φαράγγι μουγκρίζοντας, ο ουρανός βογκούσε απειλητικός, η βροχή έδερνε μανιασμένη τους ασφεντάμους και τα κυπαρίσσια κι οι χείμαρροι κινούσανε να πνίξουνε τη γης. Κείνη τη νύχτα ο λυράρης βρέθηκε στην αρχή του Ομαλίτικου κάμπου και, για να μη βραχεί η λύρα του, μπήκε στο σπήλιο του Τζανή.
Αμέσως, μια ζεστασιά παράξενη τον τύλιξε. Κάτι σαν οπτασία τον συνεπήρε. Μικρές λιμνούλες με νερό υπήρχαν στη σπηλιά και μέσ' απ' το νερό ανάβλυζαν γυναίκες πανύψηλες και λυγερές, με κορμί σαν το κρινόφυλλο και με πρόσωπο σαν το φεγγάρι τ' ολόγιομο. Τα ξανθά μαλλιά τους έπεφταν ποταμός από χρυσάφι ίσαμε τα γόνατα και φορούσαν του κόσμου τα στολίδια.
Ξαφνικά άρχισαν να χορεύουν. Μα τι χορός ήταν αυτός, τι ομορφιά, τι μεγαλείο, τι πλαστικότητα... αέρας ήταν, πνοή, σαν το πούπουλο στον άνεμο, σαν τον ατμό στον ήλιο... δε χόρευαν πετούσαν! Κι ο λυράρης, χωρίς να ξέρει πως και γιατί, έπιασε τη λύρα και δίχως να λογαριάζει που βρισκόταν, άρχισε κι έπαιζε, συνοδεύοντας το χορό. Οι ώρες περνούσαν, ο χορός συνεχιζόταν κι ο λυράρης ξετρελαμένος απ' τις νεράιδες - γιατί νεράιδες ήταν - σαν να μη βρισκόταν στη γη, έπαιζε κι έπαιζε κι έπαιζε...
Ύστερα τις ακολούθησε, παραλογισμένος και χάθηκε μαζί τους..
Από τότε δεν ξαναφάνηκε στο φως του ήλιου. Μονάχα τις αφέγγαρες νύχτες ξανάρχεται με τις νεράιδες στον Ομαλό, στο Σπήλιο του Τζανή και συνοδεύει το χορό τους. Παίζει και ξαναπαίζει με τη λύρα του λυπητερούς σκοπούς, χωρίς να κουράζεται, χωρίς να σταματά, χωρίς να παίρνει ανάσα. Οι κορφές, τα γκρεμνά και τα λαγκάδια παίρνουν κι αχολογούν το μαγικό σκοπό του σ' όλη τη γύρω πλάση...
Κάποτε τον άκουσε ένας νιος πού' χε μεράκι με τη λύρα και ξετρελάθηκε. Κι αποφάσισε να πάει κοντά του και να μάθει. Μια γρια τον ορμήνεψε να κάμει έναν κύκλο μ' ένα σταυρό στη μέση κι εκεί να κάτσει, για να μην τον πειράξουν οι ξωτικές. Έτσι έκαμε. Πήρε τη λύρα του και πήγε στο σπήλιο. Κάθισε στον κύκλο με το σταυρό και περίμενε υπομονετικά. Κάποια ώρα φάνηκε ο νεραϊδοπαρμένος λυράρης κι αρχίνησε να παίζει ενώ γύρω του οι νεράιδες χόρευαν. Οι ώρες κυλούσαν, η μια ύστερ' από την άλλη κι ο χορός δεν έλεγε να σκολάσει. Μονάχα σαν άρχισαν να λαλούν οι πετεινοί, χάθηκαν όλα κι έμεινεν ολομόναχος ο νιος.
Τότε έπιασε ασυναίσθητα το δοξάρι κι έπαιξε. Ο ήχος που βγήκε απ' τη λύρα του, μούδιασε το κορμί του. Χωρίς να ξέρει πως, έπαιζε όπως εκείνος που πριν μάγευε τις νεράιδες... τέλεια... Απ' αυτόν μαθεύτηκε το μυστικό. Αυτός το μολόγησε. Κι ορμήνευε σ' εκείνους που παρακαλεστικά τον πίεζαν να τους διδάξει, πώς έπρεπε ν' ακούσουν το νεραϊδοπαρμένο λυράρη. Όσων η καρδιά το 'λεγε, πήγαιναν και τον άκουγαν. Και γίνονταν όμοιοι μ'εκείνον...
Στα χώματα της Κρήτης φάνηκαν όχι ένας, μα πολλοί, πάρα πολλοί που έκαμαν τον πόνο μας τραγούδι και τη χαρά μας τιβιανό ουρανολάλημα. Και σήμερα μπορεί να υπάρχουν. Άμα βρεθείτε σε πανηγύρι, σε γάμο ή σ' όποια άλλη χαρά κι ακούσετε τη λύρα ν' αναστενάζει στα χέρια του οργανοπαίχτη, να θυμηθείτε το σπήλιο του Τζανή στον Ομαλό και το λυράρη το νεραϊδοπαρμένο..


Ο ΚΥΚΛΟΣ ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟΔΡΟΜΙ


"Όποιος θέλει να μάθει να παίζει καλά λύρα πηγαίνει μεσάνυχτα σε ένα έρημο σταυροδρόμι, κ' εκεί χαράζει κάτω στη γη με μαυρομάνικο μαχαίρι ένα γύρο, μπαίνει μέσα, κάθεται και παίζει. Σε λίγο έρχονται ολούθε οι Νεράιδες και τον τριγυρνούν. Ο σκοπός τους δεν είναι καλός, θέλουν να τον πατάξουν. Μα αφού δεν μπορούν να μπουν στον κύκλο που είναι χαραγμένος με μαυρομάνικο μαχαίρι, κοιτάζουν με κάθε τρόπο να τον ξεπλανέψουν και να τον τραβήξουν έξω. Του λένε γλυκά λόγια, όμορφα τραγούδια και του κάνουν χίλια - δύο τσακίσματα, μα εκείνος αν είναι φρόνιμος πρέπει να εξακολουθεί να παίζει ατάραχος λύρα χωρίς να βγει από τον κύκλο.

Αφού δεν τα καταφέρουν τον καλούν να βγει από τον κύκλο για να τον μάθουν να παίζει καλύτερα λύρα. Εκείνος τίποτα. Τότε του ζητούν τη λύρα. Ο λυράρης τη δίνει, φυλάγεται όμως να μη βγει έξω από τον κύκλο το χέρι ή άλλο μέρος του σώματος, γιατί του κόβεται ή ζουρλαίνεται.
Τότε αρχίζει μία νεράιδα να παίζει με πολύ τέχνη και στη συνέχεια του επιστρέφουν τη λύρα με την ελπίδα ότι θα πειστεί να βγει από τον κύκλο για να τον βλάψουν".
Ο Ν. Πολίτης περιγράφει ότι η παράδοση της λύρας από το λυράρη στις νεράιδες και αντίστροφα από τις νεράιδες στο λυράρη, χωρίς να περνάει κανένας τα όρια του κύκλου που χαράχθηκε με το μαυρομάνικο μαχαίρι, συνεχίζεται όλη τη νύχτα μέχρι να λαλήσει ο πρώτος κόκορας. Τότε εκείνες του ζητούν να τους δώσει κάτι δικό του και για αντάλλαγμα θα του μάθουν να παίζει λύρα σαν αυτές. Ο λυράρης τους δίνει συνήθως ένα νύχι του και εκείνες του μαθαίνουν να παίζει με εξαιρετική δεξιοτεχνία κι ύστερα χάνονται με το πρώτο φως της ημέρας.

Για το λόγο αυτό, παλιότερα αν έπαιζε κανένας λυράρης με πολύ τέχνη τη λύρα του έλεγε: "Αμ' ήντα θαρρείτε; Εγώ τη λύρα την έμαθα στο σταυροδρόμι".

ΠΗΓΕΣ
Βικιπαίδεια, ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νίκος Ψιλάκης  "Λαικές τελετουργίες στην Κρήτη " Εκδόσεις Καρμάνωρ
Χαρωνίτης Βασίλειος "Η Κρήτη των Θρύλων"  Εκδόσεις"Σμυρνιωτάκη".
Νικος. Βασιλάτος   " Το Κρητικό Μαχαίρι" Κλασσικές Εκδόσεις